Πρόκειται για μία μέθοδο ‘εκγύμνασης’ ποιοτικών δεξιοτήτων του ατόμου, εξάσκησης ενός αποτελεσματικού τρόπου σκέψης και κατ’ επέκταση την συνολική ενίσχυση της λειτουργικότητάς του ατόμου αναφορικά με ένα συγκεκριμένο αίτημα – στόχο, εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος και ως επί το πλείστον σε δομές όπως οι επιχειρήσεις, η υγεία κ.α. Η ενίσχυση αυτών των δεξιοτήτων έχει αποδειχθεί επιτυχής και από τον χώρο των νευροεπιστημών με πλήθος μελετών να αναδεικνύουν την πλαστικότητα του εγκεφάλου, και ειδικά κατόπιν συνειδητής επανάληψης τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς που αφορά στην εφαρμογή μεθόδων όπως το Coaching [1].
Η Προσωποκεντρική Προπονητική
Το Coaching γεννήθηκε στις απολήξεις των μέχρι τώρα Ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων και δανείζεται στοιχεία από αυτές, όπως οι ποιότητες της σχέσης και τεχνικές, για την δημιουργική διαδικασία και διαδρομή προς τον στόχο. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για είδος ψυχοθεραπείας καθώς ο προσανατολισμός της υπηρεσίας αυτής βασίζεται σε συγκεκριμένη στοχοθεσία, αφορμάται από το παρόν και το μέλλον και εφαρμόζεται εντός δομημένου πλαισίου με αρχή, μέση και τέλος.
Η ανθρωπιστική ψυχολογία, συμπεριλαμβανομένων και των πελατοκεντρικών θεωριών όπως και η Προσωποκεντρική προσέγγιση του Rogers, έχει την πρόθεση να διευκολύνει τα άτομα να αναδείξουν τα έμφυτα κίνητρα και τάσεις, ενώ ταυτόχρονα να ενεργοποιήσει την αυτό-καθοδηγούμενη ανάπτυξη [2]. Η Προσωποκεντρική προσέγγιση, πέραν της καθιέρωσής της στην συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία, αποτελεί μία μέθοδο που κάλλιστα προσφέρεται ως εφαρμογή στο Coaching, σύμφωνα με ειδικούς και διακεκριμένους επιστήμονες στον χώρο της Ψυχολογίας διεθνώς, όπως o Pr. Stephen Joseph και ο Pr. Richard Boyatzis.
Η εστίαση στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τα ενδογενή κίνητρα του ατόμου, υπό την παροχή αποτελεσματικών συνθηκών για την προσωπική ανάπτυξη, δεν είναι νέα στην ψυχολογία. Η ιδέα της προσωποκεντρικής προσέγγισης αναπτύχθηκε αρχικά από τον ψυχολόγο Carl Rogers, όπου ακρογωνιαίος λίθος της θεωρίας είναι η τάση πραγμάτωσης, ένας πανανθρώπινος εσωτερικός μηχανισμός που ορίζει την ενδογενή τάση προσωπικής ανάπτυξης και αυτονομίας [3, 4, 5]. Έτσι, λοιπόν, η καρδιά των αποτελεσματικών θεραπευτικών συνθηκών βρίσκεται στην ενσυναισθητική κατανόηση [6, 7]. Αντίστοιχα, και στην αποτελεσματική εφαρμογή του Coaching, η ενσυναίσθηση του coach αποτελεί την ζωτικής σημασίας δεξιότητα [8].
Η θεμελιώδης υπόθεση του Rogers είναι πως “οι άνθρωποι έχουν μέσα τους απέραντα αποθέματα για αυτοκατανόηση και τροποποίηση της αυτοαντίληψης, των βασικών στάσεων και της αυτοκαθοδηγούμενης συμπεριφοράς. Αυτά τα αποθέματα μπορούν να εντοπιστούν εάν μπορεί να παρασχεθεί ένα συγκεκριμένο κλίμα διευκόλυνσης των ψυχικών στάσεων” (p.115)[9]. Ως εκ τούτου, η Προσωποκεντρική προσέγγιση αντιλαμβάνεται τον άνθρωπο ως ένα ολοκληρωμένο οργανισμό με έμφυτη την ροπή να αναπτυχθεί σύμφωνα με τη δική του τάση πραγμάτωσης, όταν συναντήσει τις κατάλληλες συνθήκες. Η αποστολή της προσωποκεντρικής προσέγγισης, σε κάθε πλαίσιο, είναι να προσφέρει ένα κοινωνικό περιβάλλον όπου ο αυτοπροσδιορισμός και η οργανισμική διαδικασία αξιολόγησης (ΟΔΑ) μπορούν να διευκολυνθούν [10, 11].
Επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει πως η παρέμβαση Coaching είναι μία αξιόπιστη μέθοδος βελτίωσης της αυτοεκτίμησης και της αυτό-αποτελεσματικότητας. Όταν τα στοιχεία αυτά διευκολυνθούν, τότε η ΟΔΑ και η επίγνωση των δυνατών σημείων, εμφανίζουν σημαντική επίδραση στην αύξηση της ευεξίας του άτομου [12]. Άλλες μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε επιχειρησιακούς οργανισμούς, κατέληξαν στο ότι η παραγωγικότητα και η αποτελεσματικότητα παρουσιάζουν θετικό αποτέλεσμα όταν το άτομο θέτει μόνο του τους στόχους, φέρνοντας στη συνειδητότητα τα εσωτερικά κίνητρα, ή τις ανάγκες, οι οποίες καθορίζουν τη συγκεκριμένη στοχοθεσία [13].
Πάνω στις ίδιες ρίζες της Ροτζεριανής προσέγγισης, περί της διευκολυντικής σχέσης και των κατάλληλων συνθηκών, αναπτύχθηκε η θετική ψυχολογία. Οι θετικοί ψυχολόγοι στην προσπάθειά τους να αποδώσουν την Προσωποκεντρική προσέγγιση με μία εκσυγχρονισμένη ορολογία, την περιέγραψαν ως μία βιωματική προσέγγιση δομημένη πάνω στη συναισθηματική και κοινωνική νοημοσύνη του θεραπευτή ή του coach [10. 14]. Συζήτησαν, ιδιαιτέρως, την κρισιμότητα του παράγοντα της συμβατότητας του coach, και τρίτης συνθήκης εκ των έξι. Ως συμβατότητα ορίζεται η ικανότητα αναγνώρισης των δικών μας συναισθημάτων και της συμβολοποίησης τους με έναν ακριβή τρόπο [15]. Ένας coach με συμβατότητα είναι ικανός να συνδεθεί, μέσω της ενσυναισθητικής κατανόησης, με την προοπτική του πελάτη και των αναδυόμενων συναισθημάτων του, ενώ παράλληλα είναι σε θέση να χειριστεί τα δικά του συναισθήματα. Όντας σε συμβατότητα με τα δικά του συναισθήματα, ο coach είναι σε θέση να είναι παρών ολιστικά, να υπάρχει με αυθεντικότητα στη σχέση, αλλά και στο “εδώ και τώρα” του πελάτη. Ο coach μεριμνά στο να μην προβάλει τη δική του “ατζέντα”, παρά να αποδέχεται την προοπτική του πελάτη [11].
Η Προσωποκεντρική προσέγγιση στη ψυχοθεραπεία όπως και στο Coaching, δεν χαρακτηρίζεται από τεχνικές, αλλά από τις αποτελεσματικές για τη σχέση συνθήκες. Ωστόσο, είναι σημαντικό να ληφθεί υπ’ όψιν ότι η ψυχοθεραπεία και το Coaching αποτελούν δύο διαφορετικά πλαίσια. Το Coaching αποτελεί μία διαδικασία πλαισιωμένη γύρω από το αρχικό αίτημα, σε σύγκριση με την ψυχοθεραπεία, και ως εκ τούτου μπορεί να χρειαστεί η χρήση κάποιων τεχνικών προσθηκών (ψυχομετρικά εργαλεία, ερωτηματολόγια ανατροφοδότησης δεξιοτήτων κ.α.). Η βασική διαφορά στο Προσωποκεντρικό Coaching είναι πως οι τεχνικές αποτελούν διευκολυντικά εργαλεία που μπορούν να εμπλουτίσουν τη διαδικασία, από τη στιγμή που δεν παραβιάζουν την ύπαρξη των αποτελεσματικών συνθηκών, αρκεί να ενταχθούν με σύνεση και ευσυνειδησία από τον coach [7, 10, 14].
Γράφει η Μισελίνα Λεμησίου, M.Sc.
Boyatzis, R. E., Rochford, K., & Jack, A. I. (2014). Antagonistic neural networks underlying differentiated leadership roles. Front. Hum. Neurosci, 8, 114.
DeCarvalho, R. J. (1990). A history of the” third force” in psychology. Journal of Humanistic Psychology.
Rogers, C. R. (1951). Cpent-centered therapy: Its current practice, imppcations and theory. London: Constable.
Rogers, C. R. (1957). The necessary and sufficient conditions of therapeutic personapty change. Journal of consulting psychology, 21(2), 95-103.
Rogers, C.R. (1963). The actuapzing tendency in relation to ‘motives’ and to consciousness. In M.R. Jones (Ed.), Nebraska symposium on motivation (Vol. 11, pp.1–24). pncoln, NE: University of Nebraska Press.
Temaner, B. S. (1977). The empathic understanding response process.Chicago Counsepng Center Discussion Paper.
Joseph, S. (2006). Person-centred coaching psychology: A meta-theoretical perspective. International Coaching Psychology Review, 1(1), 47-54.
Passmore, J., & Gibbes, C. (2007). The state of executive coaching research: What does the current pterature tell us and what’s next for coaching research.International Coaching Psychology Review, 2(2), 116-128.
Rogers, C. R. (1980). A way of being. Houghton Miffpn Harcourt.
Joseph, S., & pnley, P. A. (2005). Positive psychological approaches to therapy. Counselpng and psychotherapy research, 5(1), 5-10.
Palmer, S., & Whybrow, A. (2014). Handbook of coaching psychology: A guide for practitioners. Taylor & Francis.
Govindji, R., & pnley, P. A. (2007). Strengths use, self-concordance and well-being: Imppcations for strengths coaching and coaching psychologists.International Coaching Psychology Review, 2(2), 143-153. Joseph, S. (2003a). Cpent-centered psychotherapy: why cpent knows best. The Psychologist 16: 304-307.
pkert, R. (1967). The human organization: its management and values.
Joseph, S. (2010). The person-centred approach to coaching. The complete handbook of coaching, 68-79.
Bozarth, J. (1998). Person-centered Therapy: A revolutionary paradigm. Ross-on-Wye, UK: PCCS Books.
Related Posts
Η Προσωποκεντρική Θεραπεία μέσω Εκφραστικών Τεχνών
Moving with awareness can open us to profound feeling which can then be...
Η Προσωποκεντρική Προσέγγιση στην Εκπαίδευση
Η προσωποκεντρική θεωρία του Carl Rogers δεν αφορά μόνο την ψυχοθεραπεία και τη...